οι εργασίες των παιδιών
"Γράφουν στο ημερολόγιό τους (ως κυρία Δέσποινα, ως Κωνσταντής, ως μητέρα του Κωνσταντή, ως ένα από τα παιδιά που τον είδαν στο δρόμο, ως ο εαυτός τους που διάβασε την ιστορία) ξεκινώντας με τη φράση "Σήμερα το βράδυ...)
"Γράφουν στο ημερολόγιό τους (ως κυρία Δέσποινα, ως Κωνσταντής, ως μητέρα του Κωνσταντή, ως ένα από τα παιδιά που τον είδαν στο δρόμο, ως ο εαυτός τους που διάβασε την ιστορία) ξεκινώντας με τη φράση "Σήμερα το βράδυ...)
1. Σήμερα το βράδυ όπως καθόμουν και μέτραγα τα λεφτά, που είχαμε μαζέψει, είδα τον καημένο τον Κωνσταντή να κρατάει την κοιλίτσα του. Έτσι του έδωσα λίγα λεφτά να πάρει κάτι να φάει .
Ξαφνικά είδα να έρχονται δύο αστυνομικοί προς το μέρος μας ,ο Κωνσταντής είχε πάει στο περίπτερο ,φοβήθηκα πολύ εκείνη την στιγμή, ένιωσα πάρα πολύ άσχημα , πήγα να φύγω άλλα εκείνη την στιγμή σκέφτηκα ότι θα ήταν πιο επικίνδυνο, ήξερα ότι ήθελαν να μας πάρουν να μας πάνε πίσω στην Αλβανία. Όταν ήρθαν να με πάρουν τους είπα ότι έχουμε και ένα παιδί άλλα δεν με πίστεψαν, είπαν ότι το έλεγα για δικαιολογία για να το σκάσω, με τα χίλια ζόρια με πήραν,μέχρι το τελευταίο λεπτό φώναζα , μέχρι που μας βαλαν στην κλούβα και μας πήραν.
Δεν ξέρω τι θα κάνω αν τον χάσω .
Με την πρώτη ευκαιρία θα το σκάσω και θα πάω στην Αθήνα να τον βρω, δεν με νοιάζει κάτι πρέπει να κάνω !
Όταν πάω στην Αθήνα θα ψάξω παντού, ακόμα και στην οικοδομή που μέναμε !
Αν δεν ήταν ο Κωνσταντής μου δεν θα ένιωθα τόσο ευτυχισμένη αν τον χάσω θα πεθάνω!
Στην καρδία μου θα υπάρχει ένα κενό .
Ελπίζω να είναι καλά , πιστεύω πως οι άνθρωποι θα του φερθούν καλά , έστω να του δίνουν μια μικρή ελεημοσύνη .
Αλλά του έχω εμπιστοσύνη μπορεί να τα καταφέρει…
2.Το μεγάλο Σάββατο βράδυ, πήραν εμένα και τον άντρα μου οι αστυνομικοί και μας πήγαν πίσω στην Αλβανία. Το κακό ήταν ότι το παιδί μας ο Κωνσταντής είχε μείνει στην Ελλάδα. Είχα πεθάνει από την αγωνία, επειδή δεν ήξερα τι έκανε ή αν ζούσε.
Έκανα τα πάντα για να τον βρω, αλλά ο κόπος μου ήταν μάταιος. Δυστυχώς είχα χάσει το παιδί μου και δεν μπορούσα να κάνω τίποτα για αυτό. Ένιωθα ένα κενό μέσα μου το οποίο με ένα τρόπο θα γιατρευόταν μόνο με ένα τρόπο και αυτός είναι να βρω το παιδί μου.
3.Αγαπητό μου ημερολόγιο,
Σήμερα το βράδυ έκανε πολύ κρύο. Είχα μπει μέσα σε μία πολυκατοικία για να ζεσταθώ και να μετρήσω τα λεφτά που είχα βγάλει, αλλά με το φόβο μην έρθει κανείς και με διώξει. Σε μια στιγμή βγήκε από το σπίτι της μια καλοντυμένη κύρια, με το κεράκι στο χέρι της πήγαινε προς την εκκλησία. Όταν με είδε και κατάλαβε ότι είμαι παιδί των φαναριών, μ ου είπε να μπω μέσα στο σπίτι της. Εγώ στην αρχή δίστασα γιατί πολλές φορές είχα πέσει σε ανθρώπους που στην αρχή με βάζανε στο σπίτι τους και ύστερα με κακομεταχειρίζονταν, αλλά όταν είδα το τεράστιο χαμόγελό της κατάλαβα ότι δεν ήταν τέτοιος άνθρωπος. Μου έδωσε φαγητό και ρούχα και με άφησε να δω τηλεόραση. Ένιωσα πολύ όμορφα εκείνη την στιγμή αλλά δεν έπαψα να σκέφτομαι τους γονείς μου και ότι όταν θα μου πει να φύγω αυτή η ευγενική κυρία, εγώ τι θα απογίνω…. Μου είπε ότι μοιάζω πολύ με τον εγγονό της τον Αντωνάκη και ότι νιώθει πολύ μόνη από τότε που έφυγε μαζί με τους γονείς του. Ύστερα αποκοιμήθηκα από τα νανουρίσματα της τηλεόρασης και εκείνη πήγε στην εκκλησία. Όταν ήρθε τσουγκρίσαμε τα αυγά μαζί. Ήτανε πολύ χαρούμενη που γιόρταζε μετά από τόσα χρόνια το Πάσχα μαζί με κάποιον άλλον….
Ένα
μεγάλο Σάββατο με δυνατή βροχή ο
Κωνσταντής βρήκε καταφύγιο στην είσοδο
της πολυκατοικίας της κυρίας Δέσποινας.
Εκείνη τον πρόσεξε και τον πήρε σπίτι
της.
4. Ο
Κωνσταντής
Ο
Κωνσταντής ήρθε με την οικογένεια του
από την Αλβανία στην Ελλάδα πριν από
λίγους μήνες.
Ήρθαν
με σκοπό να βρουν δουλεία οι γονείς του
και να σωθούν από την φτώχεια.
Ο
πατέρας του Κωνσταντή βρήκε δουλεία
εργάτης σε οικοδομή και η μητέρα του
πουλούσε μπαλόνια στα πάρκα και στις
πλατείες.
Όταν
σχόλαγαν το βράδυ συναντιώντουσαν και
έρχονταν και οι δυο μαζί στο σπίτι.
Όμως,
ένα βράδυ ο Κωνσταντής άδικα περίμενε
να ανοίξει η πόρτα. Περίμενε ως το πρωί
αλλά μάταια. Πέρασαν έτσι δυο μέρες
αγωνίας. Ώσπου έμαθε το κακό νέο. Οι
γονείς είχαν συλληφθή μαζί από την
Αστυνομία και απελάθηκαν γιατί βρέθηκαν
χωρίς χαρτιά. Ο Κωνσταντής βρέθηκε μόνος
του στον κόσμο και έπρεπε στο εξής να
ζήσει.
Έμενε
στις οικοδομές και στα παγκάκια και
καθάριζε τα τζάμια των αυτοκινήτων για
δεκάρες.
5. Σήμερα
το βράδυ, πέρασα για πρώτη φορά, μετά
από αρκετά χρόνια την Ανάσταση με
παρέα.Ήμουν στο παράθυρο που κοιτάει
τον δρόμο. Ο Κωνσταντής , ένα αλβανάκι,
μοίραζε χαρτομάντιλα, στα φανάρια. Τον
λυπήθηκα πολύ γιατί δούλευε μέσα στη
βροχή και το κρύο, φορώντας ένα καλοκαιρινό
κοντομάνικο μπλουζάκι. Ήταν ξανθό με
γαλανά μάτια και αρκετά αδύνατο. Έμοιαζε
με τον εγγονό μου, τον Αντωνάκη ο οποίος
ζει με τους γονείς του, στην πλούσια
Βαλτιμόρη.
Όταν
βράδιασε, ο Κωνσταντής μπήκε στην
πολυκατοικία που μένω, για να μετρήσει
τα χρήματα που έβγαλε. Άνοιξα την πόρτα
μου και του είπα να περάσει μέσα. Εκείνος
δίστασε. Ποιος ξέρει τί είχε ακούσει,
όλη μέρα, στα φανάρια, από τους οδηγούς.
Αφού είδε το σαλόνι και μύρισε τη
μαγειρίτσα, μπήκε μέσα. Του έδωσα να
φορέσει και ρούχα του Αντωνάκη μου, που
πάντα άφηνε μερικά στην ντουλάπα.Του
πρόσφερα ψωμί, χαλβά, ελιές, ταραμοσαλάτα
και φρούτα. Δεν άφησε ούτε ψίχουλο.
Ύστερα άνοιξε την τηλεόραση, ξάπλωσε
στον καναπέ, τον σκέπασα με μία κουβερτούλα
και κοιμήθηκε.
Μόλις
χτύπησε η καμπάνα, πήγα στην εκκλησία.
Για πρώτη φορά, δεν έκατσα ως το τέλος
της λειτουργίας. Επέστρεψα στο σπίτι
και έφαγα παρέα με τον Κωνσταντή
μαγειρίτσα και τσουγκρίσαμε μαζί τα
κόκκινα αυγά.
6. Μια
σελίδα από το ημερολόγιο της κυρίας
Δέσποινας…
Μ.
Σάββατο 19 Απριλίου 1999
Σήμερα
το βράδυ, χαζεύοντας έξω από το παράθυρό
μου τη βροχή και τα αυτοκίνητα, διέκρινα
στο φανάρι του πολυσύχναστου δρόμου,
ένα μικρό παιδί. Φαινόταν ταλαιπωρημένο
και βρώμικο και τα ρούχα του ήταν
σχισμένα. Κρατούσε στο χέρι του μερικά
πακέτα χαρτομάντηλα, που άδικα προσπαθούσε
να τα πουλήσει στους οδηγούς των
αυτοκινήτων. Ένοιωσα άσχημα καθώς είδα
τη βροχή να δυναμώνει και το δύστυχο
παιδί να τρέχει προκειμένου να βρει
καταφύγιο στα σκαλοπάτια της πολυκατοικίας
μου. Μπλεγμένα συναισθήματα μοναξιάς,
περιέργειας …, φιλανθρωπίας, με οδήγησαν
να κατέβω στην είσοδο της πολυκατοικίας
και να συναντήσω το μικρό αγόρι. Με
κοίταξε με ένα βλέμμα γεμάτο καχυποψία
και επιφυλακτικότητα όταν με άκουσε να
τον καλώ στο διαμέρισμά μου. Αχ, όμως
μου θύμισε τόσο πολύ το μικρό μου εγγονό,
που ήθελα να τον κρατήσω λίγο περισσότερο
κοντά μου. Ένοιωσα την ανάγκη να τον
περιποιηθώ, να τον προστατεύσω, να
ζεστάνω την κρύα καρδούλα του και να
του προσφέρω αυτό που μπορούσα, λίγο
φαγητό, καθαρά ρούχα και έναν ύπνο χωρίς
εφιάλτες. Στο γεμάτο αθωότητα κοιμισμένο
πρόσωπό του, είδα όλα τα βασανισμένα
παιδιά του κόσμου, από τη φτώχεια, την
πείνα, τον πόλεμο…
7. Σήμερα το βράδυ όπως πήγαινα σπίτι μου με τους γονείς μου είδα ένα παιδάκι να κάθεται έξω από μια πολυκατοικία, στεναχωρήθηκα πολύ. Ξαφνικά ανοίγει η πόρτα. Βγαίνει μια κυρία. Νόμιζα ότι θα το έδιωχνε αλλά το έβαλε μέσα στο σπίτι της. Ένιωσα ανακούφιση και χαρά .
7. Σήμερα το βράδυ όπως πήγαινα σπίτι μου με τους γονείς μου είδα ένα παιδάκι να κάθεται έξω από μια πολυκατοικία, στεναχωρήθηκα πολύ. Ξαφνικά ανοίγει η πόρτα. Βγαίνει μια κυρία. Νόμιζα ότι θα το έδιωχνε αλλά το έβαλε μέσα στο σπίτι της. Ένιωσα ανακούφιση και χαρά .
8. Αγαπημένο
μου ημερολόγιο,
Σήμερα
το βράδυ όταν έπιασε δυνατή βροχή,
χώθηκα στην είσοδο της πολυκατοικίας
για να προφυλαχτώ. Μετά από λίγο εκεί
που μετρούσα την είσπραξη της ημέρας
ξαφνικά άνοιξε η πόρτα. Μια συμπαθητική
ηλικιωμένη κυρία με προσκάλεσε να μπω
στο σπίτι της. Δεν σηκώθηκα αμέσως, ήμουν
επιφυλακτικός. Συνήθως οι άνθρωποι δεν
θέλουν να σε βοηθήσουν. Εκείνη επέμενε
κι έτσι μπήκα σπίτι της. Αμέσως, με
έστειλε να κάνω ένα ζεστό μπάνιο, μου
έδωσε ρούχα και φαγητό. Αφού πλύθηκα
και ντύθηκα κάθισα να φάω. Πινούσα πολύ.
Δεν άφησα ούτε ψίχουλο. Χορτασμένος και
νυσταγμένος βολεύτηκα στο καναπέ του
σπιτιού μπροστά στην ανοιχτή τηλεόραση.
Όταν ξύπνησα, είδα το τραπέζι ξανά
στρωμένο και την κυρία Δέσποινα να με
περιμένει να φάμε την μαγειρίτσα.
Σηκώθηκα, πήρα ένα κόκκινο αυγό, το
τσούγκρισα με τη κυρία Δέσποινα και
είπαμε «Χριστός Ανέστη». Είχα πολύ
καιρό να νιώσω την αγάπη και ευχαριστώ
πολύ την κυρία Δέσποινα που μου την
έδωσε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου